Subscribe via RSS Feed
Εκτυπώστε το Εκτυπώστε το

συνέντευξη με το Γιώργο Αυγερόπουλο



 

-της Μαρίας Προκοπίου για την FREESUNDAY
Αυτή την Τετάρτη θα παρακολουθήσουμε στις
22.00 από τη ΝΕΤ το νέο ντοκιμαντέρ του «Εξάντα». Μιλήστε μου λίγο για το θέμα του…Λέγεται «Welcome to Tijuana», είναι γυρισμένο στο Μεξικό και έχει να κάνει με τα καρτέλ των ναρκωτικών, τα οποία έχουν ξεκινήσει έναν πόλεμο με το κράτος, με αποτέλεσμα το 2008 το Μεξικό να έχει μετρήσει γύρω στους 6.000 νεκρούς. Τους περισσότερους νεκρούς δηλαδή που συναντάμε σε χώρα η οποία δεν βρίσκεται σε πόλεμο.

 

Ποια είναι η δική σας οπτική σε αυτό το ντοκιμαντέρ;Πρόκειται για μια ταινία… Ταραντίνο, όπου μέσααπό την καθημερινότητα των Μεξικανών αναδεικνύονται πολύ σοβαρά θέματα. Κατά τη γνώμη μου, είναι ένα αξιόλογο έργο, που έχει πολλά αντικρουόμενα στοιχεία. Μιλάνε δηλαδή άνθρωποι των καρτέλ και άνθρωποι, επίσης, που βρίσκονται στην αντίθετη πλευρά…

 

Πόσο εύκολο ήταν να προσεγγίσετε τους ανθρώπους των καρτέλ;Ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Όποιος επιχειρεί μια τέτοια προσπάθεια ουσιαστικά έχει να κάνει με το οργανωμένο έγκλημα. Ωστόσο, η καλή προετοιμασία που είχαμε από πριν, οι ντόπιοι συνεργάτες που μας βοήθησαν, αλλά και το γεγονός ότι ήμασταν ξένοι στο Μεξικό, μας έφεραν σε επαφή με ανθρώπους που δεν θα μπορούσαμε να συναντήσουμε αν ήμασταν από την Τιχουάνα.

 

Πόσες φορές έχετε θέσει τον εαυτό σας σε κίνδυνο στην προσπάθειά σας να εισχωρήσετε σε «άβατους» τόπους;

Αυτό είναι μέρος του παιχνιδιού. Δεν έχει να κάνει με τυχοδιωκτισμό. Θέτω τον εαυτό μου σε κίνδυνο γιατί έχω την περιέργεια και γιατί αν δεν το κάνω, δεν θα μπορώ να κοιμηθώ ήσυχα. Εγώ και οι συνεργάτες μου, όμως, ξέρουμε καλά πού μας παίρνει και πού δε μας παίρνει, δεν κάνουμε «καουμποϊλίκια» δηλαδή. Πολύ μεγάλο ρόλο πάντως στο θέμα «κίνδυνος» παίζει η καλή προετοιμασία ώστε να εξαλειφθούν όσο είναι δυνατόν οι αστάθμητοι παράγοντες που μπορεί να απειλήσουν τη ζωή μας. Από κει και πέρα, κανείς δεν θέλει να γίνει… πλατεία ούτε αίθουσα (γέλια).

Μπορείτε να μου διηγηθείτε κάποια περιστατικά που φοβηθήκατε;

Κάποια στιγμή στην Κολομβία περάσαμε εγώ και η γυναίκα μου Αναστασία ένα βράδυ σε ένα ξενοδοχείο προσπαθώντας να εκτιμήσουμε κάποια δεδομένα και να καταλάβουμε αν το ραντεβού που είχαμε την επόμενη μέρα θα κατέληγε σε απαγωγή ή σε συνέντευξη. Καταλήξαμε λοιπόν να πιστέψουμε ότι ακόμη κι αν μας απήγαγαν, τουλάχιστον θα μαθαίναμε πολύ καλά ισπανικά…

Δεν θα μπορούσαν να το κάνουν πολλοί άνθρωποι αυτό πάντως. Έρχεται σχεδόν σε αντίθεση με το ένστικτο της αυτοσυντήρησης…

Κανείς δεν λέει ότι δεν φοβάται. Έχει τύχει αρκετές φορές να κάνω πίσω όταν είδα ότι δεν με παίρνει. Η εμπειρία βοηθάει πολύ ώστε να σταθμίζεις τους ενδεχόμενους κινδύνους. Εγώ πάντως δεν θα μπορούσα να ζήσω αλλιώς και δεν διακινδυνεύω πράγματα σε κάθε ντοκιμαντέρ που γυρίζουμε, αλλά μόνο σε κάποιες ειδικές περιπτώσεις.

Πολλά από τα ντοκιμαντέρ σας έχουν βραβευτεί. Πιάνουν τόπο αυτά τα βραβεία, με την έννοια της κινητοποίησης του κόσμου, των κυβερνήσεων, των οργανώσεων όσον αφορά στα θέματα που αναδεικνύετε;

Μέχρι το Μάρτη του 2009 είχαμε συμμετάσχει σε 32 διεθνή φεστιβάλ και είχαμε πάρει 14 διεθνείς διακρίσεις. Νομίζω ότι πιάνουν τόπο και βλέπεις και την απήχηση που έχουν τα ντοκιμαντέρ. Πρώτα απ’ όλα βλέπεις την ανταπόκριση του κοινού στα φεστιβάλ, γίνεται μια συζήτηση μετά τις προβολές, υπάρχουν δημοσιεύματα σε εφημερίδες. Γενικά, πάντως, ο «Εξάντας» πάει πιο καλά έξω απ’ ό,τι στην Ελλάδα. Θεωρώ ότι το μεγάλο στοίχημα δεν είναι να κινητοποιηθεί κάποια οργάνωση όσο το να κινητοποιηθούν οι απλοί πολίτες.

Είναι εφικτό αυτό;

Μέσα από τέτοιου είδους ντοκιμαντέρ είναι περισσότερο εφικτό απ’ ό,τι μέσα από την ειδησεογραφία, για παράδειγμα. Τέτοια θέματα δεν υπάρχουνστη διεθνή ειδησεογραφία και αν υπάρχουν, λείπει η ανάλυση. Εδώ έρχεται η δική μας συνεισφορά, γιατί και το χρόνο έχουμε να αναλύσουμε αυτά τα θέματα και τη διάθεση. Νομίζω ότι το μεγαλύτερο βραβείο είναι να κάνεις τον άλλο να σκεφτεί…

Είναι και ο δικός σας προσωπικός στόχος ως κινηματογραφιστή;

Ακριβώς αυτός είναι ο στόχος. Δεν κάνουμε τον «Εξάντα» για να πάρουμε βραβεία από το εξωτερικό. Τον κάνουμε προκειμένου να βοηθήσουμε τους Έλληνες να σκεφτούν κάτι πέρα από το τι κινητό θα αγοράσουν και ποιο θα είναι το καινούργιο τους αυτοκίνητο. Αυτό για μένα ήταν και στόχος ζωής. Δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί ο Άγγλος, λ.χ., ενδιαφέρεται για τέτοια ντοκιμαντέρ και ο Έλληνας δεν θα πρέπει να ενδιαφέρεται. Εμένα αυτό μου έλεγαν όταν ξεκίνησα. Όταν ζητούσα να πάω να κάνω ντοκιμαντέρ για την Αργεντινή που κατέρρεε μου απαντούσαν: «Σώπα, ρε! Ποιος ενδιαφέρεται για την Αργεντινή; Πήγαινε κάνε τους Έλληνες της Αστόριας». Η γειτονιά μας όμως δεν είναι μόνο η Καλλιθέα ή η κάθε ελληνική κοινότητα, αλλά ολόκληρος ο κόσμος…

Ερμηνεύοντας τον κόσμο, άλλωστε, μπορούμε να ερμηνεύσουμε και τα καθ’ ημάς…

Βέβαια, για να ερμηνεύσει κανείς την οικονομική κρίση που περνάμε, λ.χ., θα πρέπει να έχει καταλάβει τι έχει συμβεί. Και αυτό που έχει συμβεί δεν έχει συμβεί στην Ελλάδα. Όταν βγάλαμε ένα σχετικό ντοκιμαντέρ πέρυσι την άνοιξη πέρασε απαρατήρητο και μόλις άρχισε ο ντόρος γύρω από τηνκρίση και το έπαιξε η ΕΡΤ σε επανάληψη μου έστελναν μηνύματα για την πολιτική παρέμβαση του συγκεκριμένου έργου. Για μένα, το ντοκιμαντέρ είναι πολιτική πράξη, δεν μπορείς να μένεις αμέτοχος σε όσα συμβαίνουν γύρω σου, είναι ένα είδος ακτιβισμού.

Είπατε πριν ότι στο εξωτερικό η εκπομπή σας πάει καλύτερα. Έχετε καταλήξει σε κάποια κίνητρα ώστε να επιθυμεί και το ελληνικό κοινό να παρακολουθεί περισσότερο εκπομπές σαν τον «Εξάντα»;

Στο εξωτερικό εδώ και χρόνια έχει αναπτυχθεί η κουλτούρα του ντοκιμαντέρ. Εδώ, πριν λίγα χρόνια ντοκιμαντέρ σήμαινε το Γεφύρι της Άρτας, ο αρχαίος μας πολιτισμός και οι βυζαντινές εκκλησίες. Ατελείωτα χασμουρητά και μονοπλάνα δηλαδή. Αυτό που λέμε εμείς και προσπαθούμε να περάσουμε είναι ότι το ντοκιμαντέρ αποτελεί έναν τρόπο έκφρασης με τρομερή δυναμική. Είναι σύγχρονο, μιλάει για τα προβλήματα του καθένα, οπότε πρέπει όλοι να το βλέπουν. Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να γίνει μαζικότερο αυτό το φαινόμενο, αλλά θεωρώ ότι, επιτέλους, κάτι έχει αρχίσει να κινείται και στη χώρα μας. Ακόμα και τα γεγονότα του Δεκεμβρίου το έδειξαν αυτό.

Είστε ικανοποιημένος από τον τρόπο που η ΕΡΤ αντιμετωπίζει την εκπομπή σας;

Από την ΕΡΤ εγώ προσωπικά δεν έχω κανένα απολύτως παράπονο. Ποτέ κανένας από την ΕΡΤ δεν ήρθε να μου πει ότι αυτό το θέμα δεν παίζει ή αυτό το θέμα μην το κάνεις. Οι άνθρωποι γνωρίζουν τι θέμα θα προβάλει ο «Εξάντας» την ίδια στιγμή που το μαθαίνουν και οι δημοσιογράφοι του τηλεοπτικού, περίπου 15 ημέρες πριν.

Με όλα αυτά, τα δυσάρεστα ίσως, που έχουν αντικρίσει τα μάτια σας από τον κόσμο, έχετε χάσει κάτι από την αθωότητά σας, έχετε γίνει πιο σκληρός;

Έχω διαπαιδαγωγηθεί, έχω γίνει καλύτερος άνθρωπος. Κάθε αποστολή είναι για μένα σαν να διαβάζω μια εγκυκλοπαίδεια. Το να έρχεται κανείς σε επαφή με ανθρώπους διαφορετικής κουλτούρας τον κάνει πιο σοφό και ικανό να αντιλαμβάνεται ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο. Αυτό έχω διδαχτεί και αυτό είναι το προσωπικό μου κέρδος, γιατί δεν πρόκειται κανείς να γίνει πλούσιος κάνοντας αυτή τη δουλειά.

Υπάρχει κάτι που σας θλίβει στην ελληνική τηλεοπτική πραγματικότητα;

Με θλίβει όλο αυτό που γίνεται το μεσημέρι. Με θλίβει το μότο «κάνουμε τηλεόραση για νοικοκυρές ετών 50». Οι άνθρωποι που ορίζουν την τύχη της τηλεόρασης είναι προϊόντα αυτής της κοινωνίας όπως όλοι μας. Το ζήτημα είναι όμως αν θα μπορούσαν να κάνουν κάτι για να γίνει καλύτερη η τηλεόραση, γνωρίζοντας ότι καλύτερη τηλεόραση σημαίνει καλύτερη κοινωνία.

Τι θα αλλάζατε στην τηλεόραση αν είχατε την ευκαιρία;

Πολλά. Δεν θα υπήρχαν αρκετά από αυτά πράγματα που σιχαίνομαι και που τα βλέπω. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς γίνεται να υπάρχουν άνθρωποι που βγαίνουν στην τηλεόραση και ξεφτιλίζονται. Υπάρχει πρόβλημα εκπαίδευσης και κουλτούρας απ’ ό,τι φαίνεται.

Ίσως να πρέπει να αποδεσμευτεί το τηλεοπτικό μέσο από τις αρχές της κατανάλωσης…

Η κατανάλωση είναι δεδομένη και η τηλεόραση είναι ένα εμπορικό μέσο στο οποίο κάποιοι έχουν επενδύσει λεφτά που θέλουν να πάρουν πίσω. Το ζήτημα είναι όμως αν θέλουμε μια καλή κοινωνία – τηλεόραση με ένα κάρο «σκουπιδαριά» ή αν θέλουμε μια καλή κοινωνία – τηλεόραση στην οποία να υπάρχουν και εκπομπές εμπορικές χωρίς να είναι σκουπίδια. Υπάρχει μια μέση λύση, αλλά,απ’ ό,τι φαίνεται, το «σκουπίδι» είναι πολύ εύκολο. Δεν πιστεύω πάντως αυτό που λέγεται, ότι η τηλεόραση δείχνει ό,τι θέλει ο κόσμος.

Αν αναγκαζόσασταν να φύγετε από την τηλεόραση, έχετε σκεφτεί πού θα καταλήγατε;

Νομίζω ότι θα έκανα αυτό που κάνω και τώρα και θα έβρισκα άλλους δρόμους να διοχετεύω αυτό που φτιάχνω. Μάλλον θα στρεφόμουν στο εξωτερικό και στον κινηματογράφο

Οι συνεργάτες του «Εξάντα»

Σενάριο / σκηνοθεσία: Γιώργος Αυγερόπουλος

Οργάνωση / διεύθυνση παραγωγής: Αναστασία Σκουμπρή

Επιμέλεια / συντονισμός έρευνας: Άγγελος Αθανασόπουλος

Δημοσιογραφική έρευνα & οργάνωση θεμάτων: Νίνα-Μαρία Πασχαλίδου, Γεωργία Ανάγνου

Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιάννης Αυγερόπουλος, Αλέξης Μπαρζός, Γιώργος Αλεξόπουλος

Ηχοληψία: Κώστας Καταληματίας

Δημοσιογραφικήέρευνα & οργάνωση θεμάτων λατινικής Αμερικής /μεταφράσεις: Μανώλης Φυλακτίδης

Πρωτότυπη μουσική: Γιάννης Παξεβάνης

Δημοσιογραφική έρευνα: Αχιλλέας Κουρεμένος

Μοντάζ: Γιάννης Μπιλήρης, Άννα Πρόκου:

Γραφικά: Σάκης Παλπανάς

Δημοσιογραφική επιμέλεια ιστοσελίδας & κείμενα ιστοσελίδας: Αποστόλης Καπαρουδάκης

Βοηθός παραγωγής: Δανάη Λειβαδά

την συνέντευξη πήρε η Μαρία Προκοπίου για την εφημερίδα http://www.freesunday.gr/

 

 

 

Share

Category: Χωρίς κατηγορία



Αφήστε μήνυμα