- aformi - http://www.aformi.gr -

Το top 10 των 00s (part2)

Posted By aformi On 18 Μαρτίου 2010 @ 6:17 πμ In Μουσική | 1 Comment

Αν βρήκατε το πρώτο μέρος τουλάχιστον ενδιαφέρον, στο δεύτερο ετοιμαστείτε να φάτε τ’ αφτιά σας, με τα συγκροτήματα που ολοκληρώνουν αυτό το αφιέρωμα με τους υπόλοιπους πέντε μεγαλύτερους δίσκους των 00s. Είναι οι δίσκοι που επηρέασαν και σίγουρα προχώρησαν τα πράγματα παρακάτω με την «πρωτοποριακότητα» και την αξία τους, σε μια περίοδο όπου η rock σκηνή μάλλον τους χρειάζονταν περισσότερο από ποτέ. Αυτοί, λοιπόν, είναι οι εξής:

IsisOceanic

The Beginning and the End – The Other – False Light – Carry – – – Maritime – Weight – From Sinking – Hym

Το «Oceanic» ήρθε σαν την παλίρροια, τον Σεπτέμβριο του 2002, για να τραβήξει ό,τι πιο επιπόλαιο, ελαφρύ και εμπορικό κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή. Ο δίσκος είναι μια δημιουργική άβυσσος, απόλυτα ολοκληρωμένη, που έμελλε να αποτελέσει σημείο αναφοράς για τη σύγχρονη μεταλλική σκηνή αλλά και για τους ίδιους τους Isis. Το «Oceanic» είναι το απόλυτο αριστούργημα του συγκροτήματος, όχι όμως από τη σκοπιά του ότι δεν μπόρεσε να ξεπεραστεί, αλλά του ότι οι «Isis» δημιουργούν πάντα με γνώμονα τον πειραματισμό και την προοδευτικότητα της μουσικής τους, χωρίς να κοπιάρουν – απλώς εξελίσσονται. Με παραγωγό τον Matt Bayles (Soundgarden, Mastodon…), ο δίσκος είναι ένα πραγματικά σκοτεινό μαυσωλείο, με τα απέραντα riffs και τα προσεγμένα βαριά φωνητικά να αποτελούν τη σπονδυλική στήλη αυτού του αρχαίου υγρού δαίμονα που ήρθε για να θολώσει ακόμα περισσότερο όρους όπως το progressive rock, το post rock/metal, ή οποιαδήποτε ταμπέλα προσπάθησε να τους χαρακτηρίσει. Για μια ακόμη φορά, οι Isis έφτιαξαν ένα δίσκο ο οποίος δεν μπορεί να διασπαστεί, καθώς οι κιθάρες μοιάζει να ψέλνουν έναν εκστατικό ψαλμό χωρίς τέλος, με το layout του να είναι εντελώς αφαιρετικό και σε πλήρη αρμονία με το περιεχόμενό του. Κατάθλιψη και παραμόρφωση, υποσυνείδητο και ψυχεδέλεια, η αρχή και το επέκεινα.

Ο Aaron Turner (κιθάρα, φωνητικά) γίνεται η ψυχή των «Isis» καθώς ουρλιάζει για όλα τα παραπάνω με φωνητικά-λεπίδες απόγνωσης και οργής, ενώ δένεται με τη δεύτερη κιθάρα του Michael Gallagher και τον µπασίστα Jeff Caxide σαν τη Λερναία Ύδρα. Ο Bryant Clifford Meyer (keyboards, κιθάρα) σπέρνει ηλεκτρισμένα, υγρά background δημιουργώντας επίπεδα και ζοφερές ατμόσφαιρες όπως ποτέ άλλοτε, ενώ ο Aaron Harris, πίσω από τα τύμπανα, στέκεται κυματοθραύστης των πάντων. Το «Oceanic», όμως, χαρακτηρίζεται τόσο από τη δυσκολία όσο και από τη λεπτομέρεια των συνθέσεών του, ενώ παρουσιάζει νέα στοιχεία σε σχέση με το «Celestial» του 2000, με post-rock και ambient προσθήκες να εξαφανίζονται ύπουλα κάτω από το φάσμα του αποπροσανατολισμού και της σύγχυσης που εκρέουν σε όλη τη διάρκειά του. Τα γυναικεία φωνητικά είναι της Maria Christopher από τους 27.

Το «Oceanic» ξεκινά με τον ύμνο τού «The Beginning And The End», τόσο ερμητικό και post, με φωνητικά που αποπνέουν πρωτόγνωρη φόρτιση, και γιγαντώνεται σ’ ένα noisecore αυτοκτονικό αριστούργημα. Το «The Other», πάνω στο βασανιστικά επαναλαμβανόμενο riff του, μιλάει σ’ «εκείνη», πριν το «False Light» συνεχίσει την κάθοδο μέσα στην κλειστοφοβική του ψυχή, ανάμεσα σε brutal ουρλιαχτά και μπουκωμένες κιθάρες. Το πνιγηρό «Carry» κουβαλάει το κουφάρι του, γεμάτο πόνο και θάνατο, προσπαθώντας να τον κατανοήσει αλλά και να τον αποδεχτεί. Ακολουθεί ένα άτιτλο απόκοσμο noise και το instrumental «Maritime», ενώ το δεκάλεπτο «Weight» σέρνεται αργά, για να αναπτυχθεί σταδιακά σε δυναμίτη ελπίδας ή κατάρας. Το «From Sinking» κουλουριάζεται σ’ ένα όργιο υποστρωμάτων και πληροφορίας όταν το τελευταίο, υποχθόνιο «Hym» σπαράζει καθώς κατατρώει την ίδια την αρρωστημένη του σάρκα.

Το «Oceanic» είναι ένα αναπόσπαστο σύνολο που, αν αντέξεις την πρώτη ακρόασή του, τότε σε παρασύρει στην απύθμενη σκοτεινή του άβυσσο και γίνεται πραγματικό βίωμα – αλλάζοντας τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη μουσική, αφήνοντας τον καθέναν από εμάς να το αφομοιώσει στον βαθμό που θα του επιτρέψει να τον κυριέψει.

«Long you both laid in the suns yellow stare / On the edge with eyes rolled back the waves we calling him»

Slipknot – Iowa

(515) – People = Shit – Disasterpiece – My Plague – Everything Ends – The Heretic Anthem – Gently – Left Behind – The Shape – I Am Hated – Skin Ticket – New Abortion – Metabolic – Iowa

Τον Αύγουστο του 2001, οι Slipknot κυκλοφόρησαν τον δεύτερό τους δίσκο, «Iowa». Μετά το πανδαιμόνιο του «Slipknot» και τις στρατιές των «maggots» (όπως θέλουν να αποκαλούν τους οπαδούς τους) που έσπειραν ανά τον κόσμο, με το «Iowa» ήρθαν να εδραιωθούν και να θερίσουν ό,τι τους αξίζει προκαλώντας εαυτούς, οπαδούς αλλά και εχθρούς. Το «τσίρκο» των «Slipknot» ήρθε στην «πόλη» μας προερχόμενο από τα βαθύτερα επίπεδα της κολάσεως, για να πυρπολήσει τον «παράδεισο» της ύπνωσης, της απομόνωσης, της χειραγώγησης και της προπαγάνδας αυτής της κοινωνίας. Τα υλικά κατασκευής,: σκοτάδι, βία, πίεση, αυτοκαταστροφή, παράνοια, σουρεαλισμός, θεατρικότητα, ταλέντο, ενέργεια και αβυσσαλέο μίσος, που ξεκινά πρώτα από τον ίδιο τους τον εαυτό.

Οι «Slipknot» έμπλεξαν τις thrash, death και extreme metal επιρροές τους με hip-hop στοιχεία, απενοχοποιώντας υπερήφανοι τις καταβολές τους, αποκεφαλίζοντας τις όποιες nü metal αναφορές του «Slipknot», κατασκευάζοντας από φωτιά και ψυχή το παραλήρημα οργής που ονομάζεται «Iowa». Μάσκες, νούμερα, στολές, βαρέλια, και ξεκινάμε. Ο χαρισματικός Corey Taylor #8 ουρλιάζει, ψιθυρίζει, ραπάρει, καταριέται, μαγνητίζει, είναι το κέντρο, ακρωτηριάζει τη νωθρότητα και τη σαπίλα του αστικού καθωσπρεπισμού υπερβαίνοντας σχεδόν το ανθρώπινο σε κάθε εμφάνιση και ερμηνεία. Ο ακρογωνιαίος λίθος των «Slipknot», όμως, ακούει στο όνομα Joey Jοrdison #1, με την τεχνική βομβαρδιστικού, και οι δύο περκασιονίστες, Shawn Crahan #6 (Clown, ο άτυπος αρχηγός) και Chris Fehn #3 χτυπάνε τα κρουστά , σαν τη «σατανική τριάδα» σε ένα σώμα. Οι κιθάρες των Mick Tοmpson #7 και Jim Root #4, κουρδισμένες στα βάθη του Καιάδα, πραγματοποιούν επιθέσεις με βίαια καταιγιστικά riffs και με το μπάσο του Paul Gray #2 να θυμίζει πολιορκητικό κριό που καταστρέφει τόνους τσιμέντο σε κάθε του έφοδο. Last but not least, ο τρελαμένος DJ Sid Wilson #0 και ο αινιγματικός σαμπλεράς Craig Jones #5, οι οποίοι κλείνουν το οκτάγωνο των απόκληρων, σε μια κρεατομηχανή διαφορετικών βιωμάτων και επιρροών αλλά με κοινό στοιχείο την ανάγκη όλων τους για επικοινωνία και έκφραση μέσα από αυτήν τη σκοτεινή κολεκτίβα.

Το «Iowa», λοιπόν, έχει κρατήσει όλα τα καλά στοιχεία του «Slipknot», και εκτέθηκε σ’ ένα άλλο επίπεδο από τον προκάτοχό του, όντας πιο κατασταλαγμένο συνθετικά και σαφώς ποιο ώριμο στιχουργικά, με την ένταση και τον ολοκληρωτισμό του ήχου των Slipknot να ανάγονται σε σήμα κατατεθέν της μπάντας, αναγνωρίσιμο μέχρι και μέσα από τάφο. Ο παραγωγός Ross Robinson τούς ανακάλυψε, στο «Iowa» όμως πραγματικά τους απογείωσε. Χάος! Το απόλυτο χάος επικρατεί στις εμφανίσεις τους αμέσως μετά την κυκλοφορία του «Iowa», με τεράστιες γουρουνοκεφαλές, φλεγόμενες πεντάλφες, stage diving του Sid #0 από μεγάλα ύψη, και μια αρχέγονη ενέργεια να περνά με τη σατανική μεταδοτικότητα που κανένα άλλο συγκρότημα δεν μπόρεσε να βγάλει πάνω στη σκηνή μέχρι σήμερα. Μακράν το καλύτερο live εκείνη τη χρονική περίοδο στον πλανήτη! Αν αμφιβάλλετε, δεν έχετε παρά να ψάξετε το «Disasterpiece» DVD και, άμα δεν πάρετε την κάτω γνάθο σας παραμάσχαλα, τα ξαναλέμε. Το layout του δίσκου, τα ψυχοφθόρα videos και γενικότερα ό,τι έχει να κάνει με την επικοινωνία των Slipknot βρίσκονται κάτω από τη σκιά του Shawn #6 και της αρρωστημένης αισθητικής του.

«Here we go again, motherfucker…», και τα ηχεία παίρνουν φωτιά με το εθιστικό «People = Shit» να ξεκινά το «Iowa» και την πολεμική του διάθεση να κατασπαράζει όποιες αναστολές είχες. Το κομμάτι πραγματικά «τα σπάει», βγάζοντας επικίνδυνα δολοφονικά ένστικτα. Στο ισοπεδωτικό «Disasterpiece» δεν μένει τίποτα όρθιο, ενώ το «My Plague», τόσο ξεκάθαρο και τεχνικό, σε συνδυασμό με την εικόνα της Milla Jovovich από το πρώτο «Resident Evil» να «καθαρίζει» ζόμπι ντυμένη με ένα κατακόκκινο φόρεμα, σε στοιχειώνει ακόμη και την ημέρα. Το «The Heretic Anthem», ανεξέλεγκτο, µε τον σατανικό ρυθμό και τα κρουστά να ζωντανεύουν δαίμονες αμφισβήτησης. «Left Behind», ίσως το πιο «μελωδικό» κομμάτι του «Iowa». «New Abortion», και ο Corey ουρλιάζει όπως πουθενά αλλού «You can’t take my soul away from me!» Το επικό «Iowa», αντί να σβήσει τη φωτιά καθώς κλείνει τον δίσκο, την τροφοδοτεί με αρρωστημένες ερμηνείες, σάπια riffs και τρελά samples σαν πανούκλα που εισχωρεί στον οργανισμό και τον κατατρώει, τον αλλοιώνει, τον λυτρώνει.

Οι Slipknot είναι το συγκρότημα που δεν αφήνει τίποτα στην τύχη, και το απέδειξε περίτρανα με το «Iowa», το οποίο όχι μόνο δεν επισκιάστηκε από την επιτυχία του «Slipknot», αλλά και το κοντράρει στα ίσα σε όλα τα επίπεδα με τη διαφορετικότητα και τη στιβαρότητά του. Είναι το επόμενο βήμα και η εξέλιξη. Είναι η επιβεβαίωση και το αποτέλεσμα. Είναι ο προπομπός όλων εκείνων που θα έρθουν στο μέλλον. Είναι ο δολοφόνος της ελπίδας. Είναι η εδραίωση της αντίδρασης.

«Φτύσε την ελπίδα σου, αφού εκείνοι δεν έχουν καμιά, και δώσε τη θέση της στην απόγνωση, ώστε να τους καταστρέψουμε στη στιγμή!»

Anti.

«Their fingerprints are hidden by CONTROL»

Mastodon – Crack the Skye

Oblivion – Divinations – Quintessence – The Gzar – Ghost of Karelia – Crack the Skye – The Last Baron

Μαθήματα αμεσότητας και ψυχεδέλεια. Μια συσσώρευση καθαρών ιδεών, σκοτεινών οραμάτων, παρελθόντων δαιμόνων, ιστορικών ή μη γεγονότων, παραισθησιογόνων. Οργιώδες συναίσθημα, και η απώλεια του ίδιου σου του εαυτού να σε κοιτάζει απορημένη, καμένη ύστερα από τη πρώτη κιόλας ακρόαση! Οι τόνοι σε αυτό τον δίσκο έπεσαν και τα φώτα χαμήλωσαν, μετά τη στάχτη της φωτιάς του χαοτικού «Remission», τα απύθμενα ωκεάνια τύμπανα του «Leviathan» και το μπάσο-κροταλία στο τόσο γήινο «Blood Mountain». Το καταστάλαγμα των τριών αυτών άλμπουμ-στοιχείων δεν ήθελε τον τέταρτο δίσκο να αναφέρεται στον αέρα, αλλά, προχωρώντας ένα βήμα παρακάτω, οι ιδέες τους ενώθηκαν στον απέραντο και αναλλοίωτο αιθέρα. Με παραγωγό τον Brendan O’Brien (Bob Dylan, Rage Against the Machine, Pearl Jam…), να τους δείχνει τα σημεία, οι Mastodon έβγαλαν από μέσα τους το «Crack the Skye», μια rock αποκάλυψη που έσκασε στον μας ουρανό μας στις 24/03 του 2009. Εδώ, τα δαιδαλώδη riffs του κιθαρίστα Bill Kelliher συμπιέζονται ανάμεσα στις εναλλαγές από τα επιβλητικά φωνητικά, τα κοσμογονικά leads του Brent Hinds και το μπάσο του Troy Sanders, ώστε να μοιάζουν με ροή χειμάρρου, καθώς τα κοφτερά τύμπανα-βράχια του Brann Dailor εκτοξεύουν τον ήχο και το ύφος του συγκεκριμένου αριστουργήματος.

Το όλο concept γράφτηκε από τον Brann και είναι μια απίστευτη ιστορία, γεμάτη αναφορές σε προσωπικά αδιέξοδα και σ’ ένα γεγονός που σημάδεψε για πάντα τη ζωή του – την αυτοκτονία της αδερφής του στα δεκατέσσερά της χρόνια. Το όνομα της πιτσιρίκας ήταν Skye… Η πλοκή εξιστορεί την περιπλάνηση ενός παραπληγικού νεαρού στον κόσμο των πνευμάτων ύστερα από ένα αστρικό ταξίδι. Όταν ο ομφάλιος λώρος που τον ενώνει με το σώμα του σπάσει, εκείνος θα εγκλωβιστεί στον κόσμο των πνευμάτων• καθώς εξηγεί στα πνεύματα ότι δεν είναι νεκρός, αυτά αποφασίζουν να τον στείλουν στο μαντείο μιας ορθόδοξης σέκτας των αρχών του 1900 ονόματι Khlysty, μέλος της οποίας λέγεται ότι ήταν και ο Rasputin. Η ψυχή του αγοριού περνάει στο σώμα του Rasputin και συνεχίζει μέσα από εκείνον το ταξίδι της, μέχρι τη δολοφονία του. Τότε, οι δύο ψυχές περνάνε στον κόσμο των πνευμάτων και, καθώς ολοκληρώνεται ένας κύκλος, το αγόρι επιστρέφει στο σώμα του θεραπευμένο από την αναπηρία του… Η μουσική του δίσκου γράφτηκε από τον Brent σε μια ακουστική κιθάρα τους οκτώ μήνες που ανάρρωνε στο σπίτι του από ένα σοβαρό ατύχημα στο κεφάλι. Το artwork είναι μια ακόμη φορά του Paul Romano, ενώ το DVD που περιλαμβάνεται στην deluxe έκδοση δείχνει όλη τη διαδικασία παραγωγής, τη συναισθηματική φόρτιση (με τη στιγμή όπου ο Brann δεν μπορεί να ξεστομίσει τον τίτλο του δίσκου στους γονείς του ή με τις διαλείψεις του Brent…) αλλά και τη σημασία του «Crack the Skye» για τους Mastodon.

Το «Oblivion» είναι μόνο η αρχή, για να ζωντανέψουν μπροστά στα μάτια σου τα πιο αρχέγονα όνειρα που έκρυβες μέσα σου, σε ένα παγανιστικό όργιο απόκρυφων επιθυμιών. Ο μετεωρίτης «Divinations» σε καθηλώνει με την αμεσότητά του, όταν το λυρικό «Quintessence» προκαλεί απώλεια βαρύτητας, καθώς και μια περίεργη ευφορία. Το επικό «The Gzar», με κιθάρες απευθείας από τα έγκατα της κολάσεως και τον Hinds πραγματικό δαίμονα, να δίνει ρέστα πάνω σε οργιώδεις ρυθμούς και ανάμεσα σε ευφάνταστες αλλαγές. «Ghost of Karelia», στοιχειωμένο, Το σκοτεινό, προπομπός του επιβλητικού (ομότιτλου) «Crack the Skye», με τον Scott Kelly των «Neurosis» στα φωνητικά να χαρακτηρίζει την ποιότητα του συνόλου χωρίς περιθώρια διαπραγμάτευσης. Με μία φράση, ίσως, το σπάσιμο του κατόπτρου της θνητότητας και της αγωνίας του είδους μας. Για το τέλος, οι Mastodon κλείνουν με το ασύλληπτο «The Last Baron» αφήνοντάς μας κάπου στη στρατόσφαιρα, περιμένοντας να αποφασίσουμε αν θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω στην αρχή μας και να κινηθούμε προς την αντίθετη κατεύθυνση και στην εξέλιξη, ή να χαθούμε για πάντα στο άπειρο και στη λήθη.

Η μεγαλύτερη αυτή τη στιγμή μπάντα του κόσμου δίνει σεμινάριο ολοκληρωμένου έργου τέχνης, μοναδικής καλλιτεχνικής έκφρασης, με ειλικρίνεια που μπορεί να σε καθηλώσει για μέρες μπροστά στα ηχεία σου. Το ζητούμενο δεν είναι το αν θα μπορέσει να γίνει σημείο αναφοράς για τις επόμενες γενιές, αφού προφανέστατα δεν είναι αυτός ο σκοπός του, αλλά το ότι, για όλους εμάς που το κάναμε κτήμα μας στις μέρες του, το «Crack the Skye» αποτελεί τον καλύτερο δίσκο των τελευταίων χρόνων. Για τον γράφοντα, η απάντηση είναι η προφανής. Με μία λέξη: επαναπροσδιορισμός! Ίσως, δεν θα πρέπει να είναι ο υπότιτλος μόνο για το «Crack the Skye», αλλά και για ολόκληρο το metal ιδίωμα.

«Now I’m lost in oblivion»

System οf a DownToxicity

Prison Song – Needles – Deer Dance – Jet Pilot – X – Chop Suey! – Bounce – Forest – Atwa Science – Shimmy – Toxicity – Psycho – Aerials

Αν και έχω ήδη παρουσιάσει το «Toxicity» στη βιογραφία των «System Of a Down», σε προηγούμενη δημοσίευση στο blog, οι δρόμοι μας ξαναενώνονται και σε αυτή την ανασκόπηση. Επαναλαμβάνω λοιπόν: «Η Νέμεσης του Αμερικανικού ονείρου! Οι System of a Down κατάφεραν να δημιουργήσουν το «Dark Side of the Moon» της γενιάς μας, όπως έκαναν οι Pink Floyd εικοσιοκτώ χρόνια πριν. Ο δίσκος, πραγματικά, αποτελεί μνημείο για τον σύγχρονο σκληρό ήχο, και η επιρροή του, καταλυτική μέχρι και σήμερα…». Το «System Of a Down» ήταν η αρχή, το «Toxicity» όμως πήρε όλη την ελαφρότητα και τα υποτιθέμενα nü metal στοιχεία του προκατόχου του και έσυρε το κεφάλι τους στα ίδια τους τα σκατά με τη δυναμική και την προοδευτικότητα του.

Κυκλοφόρησε στις 04/09 του 2001 πουλώντας πάνω από δώδεκα εκατομμύρια αντίτυπα μέχρι σήμερα, με το επιληπτικό του ξέσπασμα να προέρχεται από ένα συνονθύλευμα ανατολίτικης παράδοσης, κατακλυσμιαίων riffs, σχιζοφρενικών αλλαγών, με (τα) brutal φωνητικά και (το) συναίσθημα να προκαλούν εθισμό από την πρώτη ακρόαση. Ακραίο, πολιτικοποιημένο, άμεσο, πειραματικό, προοδευτικό και αρχέγονο. Το «Toxicity», την 11η Σεπτεμβρίου και ώρα μηδέν για τον δυτικό καπιταλισμό, ήταν στο #1 των αμερικανικών charts, με αποτέλεσμα το single «Chop Suey!» να αποσυρθεί απ’ όλα τα Μέσα των ΗΠΑ, λόγω των «ευαίσθητων» πολιτικών στίχων του «(I don’t think you) trust in my self-righteous suicide», που με μοναδική συχνότητα μετέδιδε τότε το MTV, ύστερα από την πίεση του κόσμου. Οι αρμενικές ρίζες δένονται με τις μοναδικές ερμηνείες, τους ανατρεπτικούς στίχους του Serj Tankian και τις βαριές κιθάρες του ψυχάκια-ιδιοφυΐα Deron Malakian, οι οποίοι, πάνω σε στρώματα από hard core, thrash, extreme metal, indie και pop επιρροές, έφτιαξαν σίγουρα τον καλύτερο δίσκο της δεκαετίας. Το μπάσο του Shavo Odadjian, κρατώντας στο background τον ρυθμό, και το ποδοβολητό του John Dolmayan, στακάτο και χωρίς υπερβολές, κάνουν τον ήχο του «Toxicity» να φαντάζει σαν κατολίσθηση. Τα περισσότερα τραγούδια του δίσκου δεν ξεπερνούν τα τρεισήμισι λεπτά καθώς χτυπάνε λυσσασμένα το ένα μετά το άλλο μια γενιά που έχει χαθεί μέσα στην ευκολία και της μιλούν για ελευθερία, αντίσταση, βία, διαφθορά, θρησκεία και δράση.

«Prison Song». Πώς το αμερικανικό σύστημα προσπαθεί να ελέγξει τις μάζες μέσω των σάπιων φυλακών του, γεμίζοντας τα κελιά τους χιλιάδες ψυχές, όταν το ίδιο στηρίζει τη διακίνηση ναρκωτικών για να χρηματοδοτεί τους πολέμους του. Το «Needles», με την κιθάρα του Malkian έτοιμη να κατασπαράξει τα πάντα και τον Tankian να παρακινεί: «Pull the tapeworm out of your ass». «Deer Dance». Πίεση. Η πίεση των κυβερνήσεων έναντι των αδυνάτων και η εκμετάλλευση των νέων που κατατάσσονται στο στρατό. Το « Chop Suey!» είναι το κομμάτι που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά για χίλιους και ένα λόγους. Εγώ σας έδωσα τον έναν. Το «Bounce» είναι το πιο «άρρωστο» κομμάτι του δίσκου, καθώς στο «Forest» ο «Τρελός Καπελάς» Tankian σε καλεί στο τριπαρισµένο δάσος της αφύπνισης μαζί με ένα από τα πιο ξεσηκωτικά riff του Malakian. Το «Atwa» ξεκινά τη μελωδική του ιστορία άρνησης, γεμάτο τρελαμένες εντάσεις και brutal ενέσεις. «Toxicity», και, όταν ολόκληρη η πόλη σου κοιμάται ήσυχη κάτω από τη «φωτισμένη» ταμπέλα του Hollywood, δεν μπορείς παρά να της φτύσεις την υπεροψία της στη μούρη φτιάχνοντας ένα από τα πιο συμπυκνωμένα κομμάτια του δίσκου. «Psycho». «Psycho, groupie, cocaine crazy / Psycho, groupie, coke / Makes you high, makes you hide / Makes you really want to go / Stop». Ουδέν σχόλιο. Ο δίσκος κλείνει µε τον καλύτερο τρόπο, καθώς το «Aerials» σε αποτελειώνει με ένα φιλοσοφικό απόφθεγμα περί σκοπού και επιλογών, και το «Hidden Track» σε στέλνει για ύπνο με έναν φορτισμένο αρμένικο θρησκευτικό ύμνο, από τους SOAD και τον Τουρκοαρµένιο μουσικό Artο Tuncboyaciyan.

Έχουν περάσει οκτώ χρόνια από τη δημιουργία του «Toxicity», και την αυθεντικότητα, τη συνοχή και την ενέργειά του όχι μόνο δεν μπόρεσε να τις ξεπεράσει κανένα από τα μεταγενέστερα συγκροτήματα, αλλά ούτε και οι ίδιοι οι System of a Down. Τα εκατομμύρια των οπαδών τους το επέλεξαν, το αγόρασαν, το έκλεψαν, το λάτρεψαν, το έζησαν, και το έχουν πια κατατάξει ανάμεσα στα κλασικά rock μεγαθήρια όλων των εποχών. Έτσι απλά.

«Aerials, in the sky, when you lose small mind, you free your life»

Tool – Lateralus

The GrudgeEon Blue ApocalypseThe PatientMantraSchismParabolParabolaTicks & Leeches – Lateralus – DispositionReflectionTriadFaaip De Oiad

Το «Lateralus» των Tool, για πάρα πολύ κόσμο, αποτελεί τον καλύτερο δίσκο του 2001, ενώ, για ακόμη περισσότερους, είναι ένας από τους σημαντικότερους της δεκαετίας. Σε προσωπικό επίπεδο, τον θεωρώ Τον Μεγαλύτερο Δίσκο Όλων των Εποχών (!), αφού στο «Led Zeppelin» δεν υπήρχα ούτε καν σαν σκέψη, στο «Master of Puppets», χεζόμουν ακόμη επάνω μου και στο «Rage Against The Machine» έπεφτα ακόμα και στο ίσιωμα.

Μετά το εξωπραγματικό «Aenima» του 1996, στις 15/05 του 2001, με το «Lateralus», οι Tool αποδόμησαν σε μοριακό επίπεδο την ύλη και απομόνωσαν την ψυχή που φθείρεται στο άπειρο. Προκάλεσαν το «συμβολικό» να διασπαστεί από το «φαντασιακό» και το «υπαρκτό» της ανθρώπινης ύπαρξης και συμπεριφοράς, και απογύμνωσαν την «ελαχιστότητα» του είδους (και όποιος κατάλαβε… κατάλαβε). Εδώ μιλάμε για την εξέλιξη του ανθρώπου μέσα από τη γνώση του ίδιου του σκοτεινού του εαυτού και της απώλειας. Το «τρίτο μάτι» είναι ενεργοποιημένο για τη ψυχή που βλέπει, ακούει και αισθάνεται μια πραγματικότητα υψηλότερης συχνότητας. Ο μύθος θέλει τους Tool ανάμεσα σε μαθηματικές συναρτήσεις και γεωμετρικά σχήματά, ως προς τον τρόπο σύνθεσης, και τον αποκρυφισμό να δημιουργεί αλλεπάλληλα σύμπαντα, γεμάτα συμβολισμούς. Απομόνωση και γνώση, ουμανισμός και ατομικότητα εκθέτουν της προσωπικές σχέσεις, τα αδιέξοδα και την ανάγκη για πορεία μέσα από δαιδαλώδη μουσικά επίπεδα. Το «Lateralus» είναι φαινόμενο για τη μουσική πραγματικότητα του εικοστού πρώτου αιώνα. Τόσο επιδραστικό και τόσο ριζοσπαστικό. Progressive, stοner, heavy rock, ψυχεδέλεια. Τα πάντα συναντώνται εδώ, καθώς ο Maynard James Κeenan ουρλιάζει, βρυχάται και ψέλνει ένα ευαγγέλιο για τον άνθρωπο και τη μοναδικότητά του, ο Danny Carey, μετουσιωμένος σε βισνού, παίζει τα απίστευτα πίσω από τα τεράστια ντραμς του, ενώ ο Adam Jones βγάζει τα πιο ώριμα και ολοκληρωμένα του riffs, με τον Justin Chancellor άλλοτε σε ρόλο οδηγού και άλλοτε να λειτουργεί υπογείως, δένοντας αριστοτεχνικά τις τρεις πρώτες δυνάμεις. Αφού οι Tool μεταλλάχτηκαν και έδωσαν το στίγμα τους με το σοκαριστικό «Aenima, στο υπερβατικό «Lateralus» –από το μοναδικό artwork του Alex Gray, τα εκπληκτικά videοs των «Schism» και «Parabol», μέχρι και το τελευταίο, µανιακό «Faaip de Oiad», προερχόμενο κατευθείαν από τον Τομέα 51– ανέπλευσαν τον ανθρώπινο ψυχισμό γεννώντας έναν progressive σταθμό που, ακόμα και σήμερα, δεν μπορεί να κατανοηθεί στο σύνολό του.

«The Grudge», και μια κατάρα έρχεται να ανοίξει την ένατη πύλη του δίσκου με το, ίσως, πιο άναρχο δομικά κομμάτι του. Το «The Patient» χτυπά κατευθείαν στο υποσυνείδητο, για την ανάγκη όλης αυτής της δοκιμασίας. «Mantra» και «Schism» είναι η απαγγελία ενός κωδικοποιημένου πανανθρώπινου μηνύματος. Είναι το πρώτο single του «Lateralus» που αφήνει πίσω του καμένα μυαλά και συνειδήσεις περνώντας πάνω από το πτώμα της επικοινωνίας, κάνοντας τον πλανήτη να παραμιλά στον βασανιστικά ωμό ρυθμό του. Για το «Parabola», δεν έχω να πω τίποτα, αφού είναι ανεξίτηλα χαραγμένο πάνω στο σώμα μου, ώστε να στοιχειώσει για πάντα τη θνησιμότητά μου. Τίποτα λιγότερο. Το «Ticks & Leeches», απειλητικό, να παραμονεύει μέσα στο ψυχεδελικό του σκοτάδι, και ο Κeenan απόκοσμος, να σπαράζει φτύνοντας μαύρη χολή προς κάθε κατεύθυνση – αλλά κυρίως κατά των δισκογραφικών, με τις οποίες το συγκρότημα βρίσκονταν σε μεγάλη κόντρα εκείνη την περίοδο. Ο Ύμνος του «Lateralus» αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του δίσκου και έρχεται για να επιβεβαιώσει την αξία αλλά και την εξέλιξη του συγκροτήματος, με το διάστημα 7:18-8:18 να περικλείνει όλη την εσωστρέφεια και τη σημασία του. Το μαγευτικό «Reflection» σε μεταφέρει στο χρόνο αλλά και στον τόπο της απόκρυφης ψυχής του με την oriental αισθητική του, ώστε να κλείσει το μεταλλικό instrumental «Triad», χαοτικό, με κιθάρες που σκίζουν τα σωθικά και την υπόσταση των Τριών.

Το «Lateralus» είναι όλα τα παραπάνω και τίποτα από αυτά. Είναι ένα απέραντο σύμπαν σε δική του διάσταση. Είναι ένα πείραμα που μοναδικό σκοπό έχει να μεταλλάξει την ανθρώπινη φύση σε κάτι ανώτερο. Είναι ένας δίσκος βασισμένος στην ευλογία και στην κατάρα του ανθρώπου, ο οποίος ζει στην κόλαση της φθοράς. Εις το όνομα του Αλλάχ και του δούλου του, για τον προφήτη και τον φονιά του, για τον άνθρωπο και την αιωνιότητά του.

«Αll this pain is an illusion»

Anti.

Share

Article printed from aformi: http://www.aformi.gr

URL to article: http://www.aformi.gr/2010/03/%cf%84%ce%bf-top-10-%cf%84%cf%89%ce%bd-00s-part2/

aformi.gr