Subscribe via RSS Feed
Εκτυπώστε το Εκτυπώστε το

Η παρέα των αρκούδων



Άλλη μια ετεροχρονισμένη ταινιοπαρουσίαση.

Πρόκειται για μια ταινία του 2005 το GRIZZLY MAN του Βέρνερ Χέρτζογκ. Τον Χέρτζογκ τον παρακολουθώ από τότε που είδα την ταινία του Αγκίρε, η μάστιγα του θεού, πραγματικά ένα αριστούργημα (αν δεν το έχετε δει, να το δείτε οπωσδήποτε!). Είναι παρήγορο να βλέπεις ότι ένας δημιουργός εξακολουθεί, μετά από τόσα πολλά χρόνια, να κάνει εξαιρετικά καλές ταινίες.

Η ταινία είναι στην πραγματικότητα ένα ντοκιμαντέρ, τραβηγμένο μάλιστα από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή, τον Τίμοθι Τρέντγουελ και μερικά (κρίσιμα) σχόλια του ίδιου του Χέρτζογκ. Η ταινία είναι στην πραγματικότητα συρραφή από φιλμ που γύρισε ο Τρέντγουελ τα τελευταία 13 καλοκαίρια της ζωής του που τα περνούσε στην Αλάσκα, “προστατεύοντας” τις γκρίζες αρκούδες, ώσπου μια από αυτές τον κατασπάραξε το 2003.

Για άλλη μια φορά έχουμε το θέμα της φυγής προς τη φύση (με διαφορετικό τρόπο και λόγο, αλλά και με ομοιότητες με το Into the wild που παρουσίασα προ ημερών).

Δεν θα ασχοληθώ πολύ με την ταινία, που ωστόσο την προτείνω ανεπιφύλακτα σ’ όσους δεν την έχουν δει. Αυτό που κάνει εντύπωση είναι (η για πολλοστή φορά) επιβεβαίωση της στρεβλής, αλλοτριωμένης σχέσης που έχουν οι σύγχρονοι άνθρωποι με τη φύση. Αλλοτριωμένη σχέση που αντανακλά την αλλοτρίωση που χαρακτηρίζει  τις ανθρώπινες κοινωνίες.

Ο  Τρέντγουελ είχε μια εντελώς εξιδανικευμένη, εκτός κάθε πραγματικότητας, εικόνα της φύσης. Η φύση και τα ζώα είναι “αθώα”, “αγνά”, η “αμόλυντη οντότητα”. Τόσο πολύ είχε εξιδανικεύσει τη φύση, που δεν μπορούσε ούτε καν να συνειδητοποιήσει ότι υπάρχουν αρπακτικά στη φύση που κατασπαράσσουν τα θηράματα τους. Έβλεπε στις αρκούδες που κάνουν μακροβούτια στο ποτάμι τη χαρά της φύσης, έβλεπε τις αρκούδες “να το απολαμβάνουν”, ενώ όπως σωστά επισημαίνει ο Χέρτζογκ στο σχόλιο του, “δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκτός από την εναγώνια προσπάθεια της αρκούδας να μην πεθάνει από την πείνα”. Ψάχνει στο βυθό του ποταμιού τα τελευταία απομεινάρια νεκρών σολομών λίγο πριν την χειμέρια νάρκη. Το επιτυχημένο ή όχι μακροβούτι της δεν έχει καμιά σχέση με διασκέδαση: είναι η διαφορά μεταξύ ζωής και θανάτου…

Θεωρώ εξίσου πετυχημένο το σχόλιο του Χέρτζογκ πριν το τέλος της ταινίας. Ο  Τρέντγουελ χώριζε τις αρκούδες σε ωραίες, άσχημες, καλές, κακές. Έβλεπε στα μάτια τους την ομορφιά της φύσης, ενώ στην πραγματικότητα στη ματιά τους «δεν υπάρχει καμιά οικειότητα, κατανόηση ή οίκτος. Υπάρχει μόνο η ανελέητη πραγματικότητα της φύσης. Για μένα δεν υπάρχει κανένας μυστικός κόσμος των αρκούδων. Το κενό τους βλέμμα δείχνει μόνο το ενδιαφέρον για τροφή. Την εναγώνια προσπάθεια για επιβίωση”.

Ο  Τρέντγουελ μπορεί να ήταν “ακραίος”, ωστόσο δεν αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση η οπτική του. Όταν οι σύγχρονοι άνθρωποι λένε “θα πάω στη φύση”, εννοούν (τουλάχιστον θα ήθελαν, και κάποιοι το προσπαθούν) να πάνε κάπου, όπου εκτός των ίδιων (και ενδεχομένως ένα-δυο κολλητών τους) δεν θα υπάρχει ίχνος ανθρώπου. Οι άνθρωποι δεν αποτελούν μέρος της φύσης, αλλά την άρνησή της! Ο άνθρωπος ως αφύσικο ον στα μάτια των ίδιων των ανθρώπων.

Πόση μεγάλη διαφορά αλήθεια με μόλις δυο-τρεις γενιές προς τα πίσω. Αν πάμε ακόμα πιο πίσω στο χρόνο, τότε τα πράγματα μοιάζουν πραγματικά από άλλον πλανήτη!

Η ανθρωπότητα έζησε το μεγαλύτερο κομμάτι της ιστορίας της με τον τρόμο της φύσης: πλημμύρες, σεισμοί, κακοκαιρία που κατέστρεφε τη σοδειά και απειλούσε με φριχτό θάνατο από ασιτία.

Γι’ αυτό, ίσως, οι πρώτοι θεοί είναι θεοί γονιμότητας. Αναζήτηση στο υπερφυσικό της προστασίας από μια καθόλου φιλόξενη φύση.

Στο μεσαίωνα μια από τις πιο γνωστές παροιμίες έλεγε: “Στην πόλη ο αέρας φυσάει ελεύθερα”. Η ύπαιθρος ήταν συνώνυμη όχι μόνο της κοινωνικής καθυστέρησης (εκεί όπου οι κάθε είδους προλήψεις και δεισιδαιμονίες ανθούσαν) αλλά και όπου ο άνθρωπος ήταν στο έλεος της φύσης σε αντίθεση με την πόλη, όπου ο άνθρωπος “προστατευμένος” εν μέρη από τα ανεξέλεγκτα φυσικά στοιχεία προσπαθούσε να ελέγξει (μέσω της επιστήμης) την καταστροφική “φύση” της φύσης.

Στα τέλη του 19ου αιώνα η αντίληψη του μέσου μορφωμένου για τη φύση και την ύπαιθρο είχε ελάχιστα αλλάξει: όταν ο Ζολά προτείνει σ’ ένα φίλο του να πάνε βόλτα στην εξοχή εκείνος του απαντά:

- Εξοχή! Εννοείς το φρικτό εκείνο μέρος όπου τα κοτόπουλα τρέχουν γύρω-γύρω άψητα;

Στα μέσα του 20ου αιώνα ο Μπέρτολντ Μπρεχτ, στις Ιστορίες του κυρίου Κόινερ, γράφει για το πόσο πολύ του αρέσει βγαίνοντας από το σπίτι του να βλέπει μερικά δέντρα:

«Καλά, ρώτησαν τότε τον κ. Κ., γιατί δεν πηγαίνετε κάπου-κάπου στην ύπαιθρο, μια και θέλετε να βλέπεται δένδρα; Ο κ. Κ. αποκρίθηκε με απορία: Μα εγώ είπα ότι θέλω να τα βλέπω βγαίνοντας από το σπίτι μου.

Ο κ. Κ. είπε ακόμα: Είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούμε τη φύση με οικονομία. Όταν κανένας τριγυρνάει στη φύση άσκοπα, χωρίς δουλειά, εύκολα οδηγείται σε μια αρρωστημένη κατάσταση, τον πιάνει κάτι σαν πυρετός».

Τι έγινε και άλλαξε η στάση απέναντι στη φύση;

Κατά την ταπεινή μου γνώμη δυο διαδικασίες συνέβαλλαν σ’ αυτή τη μεταστροφή:

Κατά πρώτον, η τρομερή μόλυνση που έχει επιφέρει στον πλανήτη ο βιομηχανικός καπιταλισμός. Το περιβάλλον στις πόλεις έχει γίνει αποπνιχτικό, πολλές φορές κυριολεκτικά αβίωτο. Χειρότερα, η μόλυνση έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις που πλέον απειλείται η ίδια η ύπαρξη του πλανήτη.

Ωστόσο, ο δεύτερος λόγος θεωρώ ότι είναι πολύ πιο κρίσιμος και σημαντικός σε αυτή τη μεταστροφή. Είναι η κρίση των “μεγάλων αφηγήσεων”. Της πίστης δηλαδή για μια “άλλη κοινωνία”, όπου οι άνθρωποι δημοκρατικά και ορθολογικά θα μπορούν να ελέγξουν την κοινωνία και τη φύση προς όφελος όλων των ανθρώπων αλλά και όλων των ζωντανών πλασμάτων. Η υποχώρηση αυτής της πίστης-προοπτικής έδωσε τη θέση της σε μια μοιρολατρική θεώρηση της κοινωνίας και των ανθρώπων (“τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει” και επιπλέον “η ανθρώπινη φύση είναι μοχθηρή”). Μέρος της κοινωνικής αυτής μοιρολατρίας είναι και η εξιδανίκευση (σε αντιστάθμισμα) μιας φαντασιακής φύσης.

Μιας φύσης που (υποτίθεται) θα έπρεπε να είναι αμόλυντη από την ανθρώπινη παρουσία ή τουλάχιστον οι άνθρωποι θα έπρεπε να “αφουγκράζονται” τη “σοφία της”.

Ωστόσο η φύση είναι πράγματι “αθώα”. Είναι “αθώα” η φύση όταν εξαφανίζει την πλειοψηφία των ζωντανών οργανισμών (όπως έχει συμβεί αρκετές φορές στη γήινη ιστορία, θυμηθείτε πχ. το μετεωρίτη που εξαφάνισε τους δεινόσαυρους), είναι “αθώα” η φύση όταν δημιουργεί παγετώνες εξαφανίζοντας όσους ζωντανούς οργανισμούς δεν προλαβαίνουν να προσαρμοστούν, όταν δημιουργεί αρπακτικά που κατασπαράσσουν τα θηράματα τους. Ότι κάνει το κάνει χωρίς καμιά συνείδηση, επομένως δεν μπορεί να “κατηγορηθεί” για οτιδήποτε.

Όποιος αποδίδει στη φύση ανθρώπινα χαρακτηριστικά (σοφία, αθωότητα κλπ) δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να υπογραμμίζει την δική του αλλότρια σχέση με τη φύση. Δεν μπορεί να προσεγγίσει τη φύση παρά μονάχα βλέποντας την σαν αυτό που η ίδια δεν είναι: σαν ανθρώπινο υποκείμενο.

Με άλλα λόγια η φύση δεν είναι ούτε αθώα, ούτε ένοχη, ούτε σοφή, ούτε χαζή. Δεν έχει καμιά συνείδηση του εαυτού της. Απλώς υπάρχει.

Η φύση απλώς… Είναι.

Άγγελος Κ
Διαβάστε το άρθρο με το οποίο η εφημερίδα Τα Νέα δημοσίευε την είδηση του θανάτου του Τίμοθι Τρέντγουελ (Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2003).
http://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=2&artid=4304570

Share

Category: Χωρίς κατηγορία



Σχόλια (1)

Trackback URL | Comments RSS Feed

  1. Ο/Η •DIE BILDER BLEIBEN• λέει:

    Έκαναν πρόσφατα μια έρευνα σε ένα νηπιαγωγείο της Γαλλίας για τη σχέση των παιδιών με την ύπαιθρο. Τους ζήτησαν λοιπόν να ζωγραφίσουν ένα κοτόπουλο. Η συντριπτική πλειοψηφία των παιδιών ζωγράφισε ένα κοτόπουλο στο φούρνο με πατάτες! Τα συμπεράσματα δικά σας…

    Και μιας και μιλάμε για ειρωνικούς θανάτους δείτε την παρακάτω λίστα:
    http://www.neatorama.com/2007/03/12/30-strangest-deaths-in-history/

Αφήστε μήνυμα