Subscribe via RSS Feed
Εκτυπώστε το Εκτυπώστε το

Οικολόγοι και Αριστερά



Ακούω (και ακούω αρκετά..) τον ραδιοφωνικό σταθμό Κόκκινο. Τις τελευταίες μέρες, λίγο πριν τις ευρωεκλογές,  είναι εμφανής η νευρικότητα, η αμηχανία απέναντι στο «φαινόμενο» Οικολόγοι Πράσινοι. Ένας από τους εκφωνητές  προσπάθησε να διακωμωδήσει τους Πράσινους υποβαθμίζοντας τα (δημοσκοπικά) εκλογικά ποσοστά τους: «Τους ψηφίζουν ψηφοφόροι που απλά δεν ξέρουν τι ακριβώς  πιστεύουν. Χειρότερα, οι ίδιοι οι ψηφοφόροι τους δηλώνουν ότι είτε δεν θα ψηφίσουν καθόλου είτε ότι θα ψηφίσουν Οικολόγους. Εγώ πιστεύω ότι θα αποτελέσουν έκπληξη με την έννοια ότι θα πάρουν πολύ λιγότερες ψήφους απ’  όσα τους δίνουν οι δημοσκοπήσεις».

Ευσεβείς πόθοι μια συγχυσμένης κοινοβουλευτικής Αριστεράς…

Πρέπει να ομολογήσω εξ’ αρχής (για να είμαι ξεκάθαρος απέναντί σας…) ότι και για μένα αυτό το «φούσκωμα» των  Οικολόγων μου είναι εξαιρετικά ενοχλητικό (κάποιες δημοσκοπήσεις τους δίνουν πάνω από 5%). Αυτό όχι μόνο γιατί, από την εφηβεία μου, ανήκω στο χώρο της  Αριστεράς (και μάλιστα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς). Αλλά γιατί πιστεύω ότι η πανευρωπαϊκή εμπειρία από  τους Οικολόγους (για να το πω μαλακά) κάθε άλλο παρά ενθαρρυντική είναι….

Το οικολογικό κίνημα ήταν αρχικά (και αυτό!) παιδί της Αριστεράς, και μάλιστα με μια έννοια, της επαναστατικής Αριστεράς, με άλλα λόγια της Αριστεράς που επιδιώκει την ανατροπή του καπιταλισμού. Μαζικοποιήθηκε τη δεκαετία του 1980 μετά την υποχώρηση των οργανώσεων της επαναστατικής Αριστεράς και την αναζήτηση από εκατοντάδες χιλιάδες ακτιβιστές εναλλακτικών μορφών οργάνωσης και δράσης στο μαζικό κίνημα. Το πρώτο κίνημα  – κόμμα που είχε μαζική απήχηση και εκλογική επιτυχία ήσαν βέβαια οι Γερμανοί Πράσινοι.

Όποιοι (αλίμονο!) έχουν μια κάποια ηλικία και συμμετείχαν στο κίνημα εκείνης της περιόδου, θα θυμούνται τα  συνταρακτικά γεγονότα: για πρώτη φορά στη μεταπολεμική ιστορία τόσοι πολλοί «αριστεριστές» στη βουλή – και  μάλιστα της Γερμανίας! Γυναίκες φεμινίστριες, μουσάτοι χωρίς γραβάτα, χωρίς κουστούμια με τζιν και απλά  ρούχα, να φωνασκούν και να ζητούν όχι μόνο εναλλακτικές μορφές ενέργειας και το κλείσιμο των πυρηνικών  εργοστασίων αλλά και μια εναλλακτική οικονομική και κοινωνική λειτουργία. Ήταν, αλήθεια, χάρμα οφθαλμών!

Ωστόσο γρήγορα τα πράγματα «στράβωσαν». Η προσπάθεια τους εξ’ αρχής ήταν υπονομευμένη: προσπάθησαν να απευθυνθούν στο «σύνολο της κοινωνίας», που σημαίνει «πέρα από ταξικές διαφορές γιατί τα οικολογικά προβλήματα αφορούν όλους, πλούσιους και φτωχούς, αφεντικά και εργαζόμενους». Μαζικοποιήθηκαν με αυτή τη λογική, και σύντομα οι αριστεροί ακτιβιστές μετατράπηκαν σε μειοψηφία μέσα στο ίδιο τους το κόμμα. Η ηγεσία του κινήματος πέρασε σύντομα στα χέρια των «ρεαλιστών».

Το αποτέλεσμα αυτής της λογικής ήταν στο κόμμα των Πρασίνων να κυριαρχήσει η λογική του «εφικτού», η λογική δηλαδή των συμβιβασμών και τελικά του γενικού ξεπουλήματος. Ο νέος (τότε…) ηγέτης τους, ο Γιόσκα Φίσερ, αρχικά ως υπουργός περιβάλλοντος σε δύο τοπικές κυβερνήσεις της Εσσης (1985 και 1991) έστελνε τα απόβλητα πυρηνικών εργοστασίων στην (τότε) Ανατολική Γερμανία «λύνοντας» με αυτό τον τρόπο το οικολογικό πρόβλημα της Δυτικής Γερμανίας. Αργότερα βέβαια τα πράγματα έγιναν πολύ πιο «άγρια»: ως υπουργός εξωτερικών πλέον (από το 1998 έως το 2005), υποστήριξε την Νατοϊκή εισβολή στην πρώην Γιουγκοσλαβία και αργότερα υποστήριξε την αμερικανική εισβολή στο Αφγανιστάν (στο συνέδριό των Πράσινων το Νοέμβρη 2001 η συντριπτική πλειοψηφία των συνέδρων, το 80%, ψήφισε υπέρ της αποστολής γερμανικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν). Παρά τη ρητορική αντίθεση τους στην εισβολή στο Ιράκ (όπως και των Σοσιαλδημοκρατών κυβερνητικών εταίρων τους άλλωστε) αποκαλύφθηκε από τον τύπο ότι πράκτορες των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών είχαν ήδη παραδώσει από το 2000 πληροφορίες, ιδιαίτερα το μυστικό σχέδιο της ιρακινής κυβέρνησης για την άμυνα της Βαγδάτης, στις ΗΠΑ οι οποίες ήταν απαραίτητες για την πραγματοποίηση της εισβολής. Αυτή η συνεργασία συνεχίστηκε ανελλιπώς έως το τέλος των πολεμικών επιχειρήσεων. Λίγο μετά, στη συγκυβέρνηση με τους Σοσιαλδημοκράτες οι Πράσινοι ψήφησαν υπέρ «της κοινωνικής μεταρρύθμισης», τη διαβόητη «Ατζέντα 2000» του καγκελάριου Σρέντερ, με την οποία σφαγιάζονταν κυριολεκτικά τα ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων.

Το σημερινό κόμμα των Πράσινων στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να χαρακτηριστεί ως κεντροαριστερό (η εποχή Σιμίτη θα πρέπει να σας λέει πολλά για το τι εστί κεντροαριστερά…).

Οι Έλληνες Οικολόγοι Πράσινοι δεν έχουν καν την «ηρωική» προϊστορία των Γερμανών Πράσινων: αυτοί εκκινούν εξ’ αρχής ως κεντροαριστερά. Στην πραγματικότητα ελάχιστοι απ’ όσους θα τους ψηφίσουν γνωρίζουν έστω και κατ’ ελάχιστο το πρόγραμμά τους ή την όποια δράση τους. Θα τους ψηφίσουν καθαρά ως διαμαρτυρία απέναντι στα δυο μεγάλα κόμματα εξουσίας (Πασοκ και ΝΔ) αλλά και της ανικανότητας της Αριστεράς να αποτελέσει πραγματική εναλλακτική λύση.

Και εδώ είναι το πρόβλημα για το ΚΚΕ και τον Σύριζα. Για το ΚΚΕ τα πράγματα είναι «απλά». Χρόνια τώρα ακολουθεί την απομονωτική του πολιτική: χωριστές συγκεντρώσεις, μακριά από «μιάσματα». Στα γεγονότα του Δεκέμβρη φρόντισε να διαχωρίσει τη θέση του από το κίνημα καθυβρίζοντας το ως «οι κουκουλοφόροι». Χρόνια τώρα πολύ μακριά από τους πραγματικούς κοινωνικούς αγώνες, έχει θέσει ως πρώτη προτεραιότητα την  αυτοσυντήρηση του, εκεί γύρω στο 6-7% (καθόλου ευκαταφρόνητο φυσικά).

Ο Σύριζα όμως είχε εμφανιστεί με άλλη προοπτική. Με οργανώσεις στο εσωτερικό του της επαναστατικής Αριστεράς, υποστήριξε το περσινό κίνημα των καταλήψεων στα πανεπιστήμια και τον Δεκέμβρη, αντιφατικά είναι η αλήθεια, φάνηκε να κατανοεί και να στηρίζει, έστω κοινοβουλευτικά, το κίνημα. «Φυσιολογικά»  είδε τα ποσοστά του να εκτοξεύονται κάποια στιγμή στο 18%, ιδιαίτερα λίγο μετά την εκλογή στην ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα. Πολλοί ακτιβιστές (αλλά και απλοί αριστεροί) άρχισαν να βλέπουν το Σύριζα ως τη νέα ελπίδα για μια πραγματικά μαζική και ριζοσπαστική Αριστερά (με την ιδέα φλερτάρισα για λίγο, ομολογώ, και εγώ). Δυστυχώς τα πράγματα στράβωσαν (και εδώ…) σχετικά γρήγορα. Και το πρόβλημα ήταν (όπως στους πρώιμους Γερμανούς Πράσινους!) το άγχος «να εκφράσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους [ψηφοφόρους]». Άγχος που το βλέπεις και στους εκφωνητές του Κόκκινου. Ναι, «είμαστε με την εξέγερση του Δεκέμβρη» αλλά (θα το πουν χιλιάδες φορές και σε όλους τους τόνους) «ΟΧΙ με τους κουκουλοφόρους». Ο υπερτονισμός λειτουργεί τελικά στο να δημιουργεί αμφιβολίες για την ειλικρίνεια της υποστήριξης του Δεκέμβρη, γιατί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του ήταν ο συγκρουσιακός του χαρακτήρας.

Ως γνωστόν, το σχήμα του ΣΥΝ στους καθηγητές πανεπιστημίου (Αριστερή Μεταρρύθμιση [ΑΡΜΕ]) ανοικτά συνεργάστηκε με το ΠαΣοΚ, αλλά και με στελέχη της Δεξιάς, στη διοίκηση της Ομοσπονδίας των πανεπιστημιακών (ΠΟΣΔΕΠ) με στόχο τη νεοφιλελεύθερη μετάλλαξη των πανεπιστημίων έως και για την κατάργηση του ασύλου. Ωστόσο στη λογική της επιδίωξης της πολυσυλλεκτικότητας, ο ΣΥΝ δεν τόλμησε ούτε καν να τους «τρίξει τα δόντια». Στο τέλος όλοι συμβιβάστηκαν στη λογική «κανείς δεν περισσεύει» και ότι στον ΣΥΝ συνυπάρχουν διαφορετικές τάσεις. Τόσο διαφορετικές, αλήθεια, που η μια έχει το δικαίωμα να ξεπουλάει τα πάντα!

Την πρωτομαγιά η συνδικαλιστική παράταξη του ΣΥΝ συναίνεσε με τους γραφειοκράτες του ΠΑΣΟΚ να μην πραγματοποιηθεί η καθιερωμένη διαδήλωση αλλά να γίνει… συναυλία στην Κλαθμώνος! Μόνος του ο ΣΥΝ δίνει επιχειρήματα σε όσους τον κατηγορούν ότι το «τελικό» του σχέδιο είναι μια συγκυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, μια «αριστερότερη» εκδοχή του βρόμικου 1989 (για το οποίο η Αριστερά δεν μπορεί να είναι ιδιαίτερα υπερήφανη…).

Στο ζήτημα του γηπέδου του Παναθηναϊκού περάσαμε από χιλιάδες ζιγκ-ζαγκ για να φτάσουμε στο τέλος στην επίσκεψη Τσίπρα στα γραφεία της ΠΑΕ να χαριεντίζεται με τους μεγαλοκαπιταλιστές ιδιοκτήτες, προφανώς στη λογική «να μη χάσουμε τους ψηφοφόρους του Παναθηναϊκού». Στο συνέδριο του Σύριζα οι κριτικές φωνές (από οργανώσεις του χώρου τη επαναστατικής Αριστεράς, φαντάζομαι τουλάχιστον…) για ανοιχτή κριτική στην «ανανεωτική» πτέρυγα του ΣΥΝ (όσους δηλαδή επιζητούν κυβερνητική συνεργασία με κάθε τίμημα με το Πασοκ) αντιμετωπίστηκαν με ειρωνικά σχόλια από την ηγεσία, του τύπου «αριστεριστές τώρα… γραφικοί…». Η ηγεσία του ΣΥΝ (και του Αριστερού Ρεύματος) φαίνεται να προσανατολίζεται στη λογική ότι η πτώση του ποσοστού που καταγράφονταν στις δημοσκοπήσεις οφείλεται ότι «πήγαμε πολύ αριστερά» και πρέπει να «ισορροπήσουν» πηγαίνοντας τώρα προς τα δεξιά…

Με αυτή τη λογική το 18% έγινε 6% και η δημοτικότητα του Τσίπρα καταποντίστηκε. Και όλα αυτά σε μια περίοδο όπου τα δυο κόμματα εξουσίας καταγράφουν ιστορικά χαμηλά και ένα σχετικά «άγνωστο» κόμμα, οι Οικολόγοι Πράσινοι, από το πουθενά παίρνουν 5% (τουλάχιστον δημοσκοπικά). Γιατί;

Γιατί προσπαθώντας να πατήσεις σε δυο βάρκες στο τέλος πέφτεις στο ενδιάμεσο και πνίγεσαι…

Γιατί οι ψηφοφόροι που αναζητούν μια πραγματική αριστερή διέξοδο, όταν αισθανθούν ότι «είσαι και εσύ το ίδιο» ενώ εμφανιζόσουν ως «το διαφορετικό», στο τέλος ένα μέρος τους είτε δεν θα πάει να ψηφίσει καθόλου είτε θα ψηφίσει κάποιο άλλο κόμμα «διαμαρτυρίας» (βλέπε Οικολόγους). Δυστυχώς για την κοινοβουλευτική Αριστερά, οι ψηφοφόροι της δεν την ψηφίζουν βρέξει – χιονίσει. Και κατά τη γνώμη μου καλώς κάνουν. Όσοι ζητούν από ένα κόμμα να είναι πραγματικά «διαφορετικό» πρέπει να το εννοούν και να το τιμωρούν όταν δεν είναι.

Άγγελος Κ

Share

Category: Εσωτερικά, Οικολογία



Σχόλια (2)

Trackback URL | Comments RSS Feed

  1. Ο/Η misa λέει:

    Για τον συντάκτη του άρθρου Άγγελο όλα είναι υπερβολικά απλά στο θέμα της ανόδου των Οικολόγων και στην πτώση του ΣΥΡΙΖΑ. Αρκούν μερικές (ή αρκετές) στραβοτιμονιές από την πλευρά της ηγεσίας του ΣΥΝ και τα ποσοστά του καταποντίζονται από το 18% στο 6% και για την ακρίβεια (δικό μου συμπέρασμα) αρκεί μια αριστερή στροφή του ΣΥΝ και τα ποσοστά του απογειώνονται στο 18% και μια δεξιά στροφή και πτώση στο 6%. Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι υπερβολικά απλοϊκό σχήμα για να προσεγγίσουμε την πραγματικότητα. Αλλά για να κλείσω αυτό το απόσπασμα ειρωνίας, αφού ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε στην αριστερή του στροφή (προς το παρόν) αυτό το 12% (18%-6%=12%) είναι ελεύθερο πλέον να απέχει από τις εκλογές ή να ψηφίσει Οικολόγους ή ακόμη και ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται δηλαδή σύμφωνα με τον συντάκτη του άρθρου για ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων (12%) που μόλις συνειδητοποίησε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μία από τα ίδια με όλους τους άλλους αποφάσισε να κάνει τα πάντα εκτός από το να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ.
    Κατά την δική μου γνώμη το 18% ήταν πλασματικό (δημοσκοπικό) και όχι πραγματικό. Αν είναι αλήθεια (και δικαιούμαι να είμαι καχύποπτος) ότι κάποια στιγμή 18% των ερωτηθέντων θα ψήφιζαν ΣΥΡΙΖΑ, αυτό έγινε γιατί πολύς κόσμος που δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό του στην αριστερά αποφάσισε να πει ανώδυνα στους δημοσκόπους ότι ίσως θα ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ. Η πραγματική επιρροή κατά την δική μου γνώμη του ΣΥΡΙΖΑ είναι περίπου στο 10%. Αυθαίρετα βγάζω το συμπέρασμα όσο αυθαίρετα πιστεύω κανείς λέει ότι το 18% πράγματι κάποια στιγμή αποφάσισε να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ και ως δια μαγείας την επόμενη στιγμή εξαφανίστηκε.
    Από κει και πέρα συμφωνώ ότι ένα κόμμα πληρώνει ακριβά τα λάθη του και ο κόσμος της αριστεράς πρέπει να είναι ιδιαίτερα αυστηρός αλλά δεν πιστεύω ότι αυτή είναι η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ που ενώ απογοητεύει με διάφορες επιλογές του ποτέ δεν είχε μια τόσο μεγάλη επιρροή για να την χάσει μετά.
    misa
    Υ.Σ Η επιχειρηματολογία μου δεν είναι πλήρης και υπάρχουν πολλά ακόμη να ειπωθούν. Νομίζω θα μας δωθούν πολλές aformes για να το κάνουμε…

  2. Ο/Η jenny tri λέει:

    Θυμάμαι τον Καρατζαφέρη παλιότερα (με την άνοδο του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ) που έλεγε πόσο επικίνδυνο είναι αυτό το κόμμα για την χώρα (σε αντίθεση με το ΚΚΕ) που δεν αποτελεί και κίνδυνο! Θυμάμαι τότε ότι δεν είχα πολυκαταλάβει γιατί το θεωρούσε τόσο επικίνδυνο (… είχα ψιλουποθέσει ότι προφανώς εννοούσε την στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ στους αναρχικούς, όπως έλεγαν και τα κανάλια)
    Πρόσφατα,δυστυχώς, υποψιάζομαι τί υπονοούσε διαβάζοντας το δημόσιο βίο πριν και μετά την δικτατωρία στην Ελλάδα. Τότε αυτό που ανησύχησε την άρχουσα τάξη (εγχώρια και ξένη) ήταν ο συνασπισμός και το φλερταρισμα δημοκρατικών πολιτών (που δεν είχαν απαραίτητα αριστερή κομματική ταυτότητα) με την αριστερά και όπως αυτό αποδεικνύεται και σήμερα, αυτό το στοιχείο είναι που κwλύει το έργο της εκάστοτε αρχουσας τάξης. Η ζήτηση δημοκρατικών λύσεων. Νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, στην περίοδο που αναφέρεστε, όντως άρχισε να φλερτάρει με «δημοκρατικούς» και έπρεπε να αποδυναμωθεί το ρεύμα όπως και έγινε. Αν κρίνω εκ των αποτελεσμάτων δεν έχω λόγο να διαφωνώ με τα τότε υψηλά ποσοστά του.
    Όσον αφορά τις ευθύνες του κόμματος βασίζονται κατά μεγάλο βαθμό και στην ίδια την έννοια του «κόμματος». Τίθεται δηλαδή κομματική γραμμή, βάσει της οποίας δυστυχώς πια εννοούμε ότι η ελεύθερη διαφορετική επιλογή των οργανωμένων πολιτών του κόμματος οδηγεί σε απομόνωση (με όλες τις συνεπαγόμενες συνέπειες αποκλεισμού) και αποτελείται όπως και σε όλα τα κόμματα από φιλόδοξες ηγετικές ομάδες που θέλουν να εξουσιάζουν με όποιο ηθικο-πολιτικό αντάλλαγμα και που θέτουν φυσικά την κομματική γραμμή. Τα πρόσωπα με ενδιαφέρον σε ορισμένο βαθμό, μικρό ή μεγαλύτερο.
    Θα την πω την αμαρτία μου για τους οικολόγους… και γω τους ψήφισα, μή γνωρίζοντας και πολλά γι αυτούς (5-10 βασικά που διάβασα στο ιντερνετ τότε).
    Το τραγικό είναι ότι με την επιλογή μου βοήθησα την Κυβέρνηση να εκλεγεί, αφού είναι γνωστή σε όλους η νόμιμη υποκλοπή ψήφων βάσει του εκλογικού συστήματος μας.
    Αυτό πρέπει να είναι και ένα από τα κεντρικά σημεία και αιτήματα που πρέπει να συναντηθούν όλοι οι αντι-καπιταλιστές και με νόμιμη διαδικασία (συλλογή υπογραφών? δεν ξέρω.. υπάρχουν ειδικοι για το τεχνικό κομμάτι) να υποβληθεί από τα κόμματα της κοινοβουλευτικής αριστεράς όπως ορίζει και το σύνταγμα (αν το έχω καταλάβει καλά) αίτημα για δημοψήφισμα: ΑΠΛΗ ΑΝΑΛΟΓΙΚΗ
    Χωρίς αυτό, δημοκρατικές αντιλήψεις στην Βούλή μου φαίνονται δύσκολες.

Αφήστε μήνυμα